Προτεραιότητα στη συνεχιζόμενη κατάρτιση
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε πρόσφατα η Eurostat, για το 2022 μόλις το 3,5% των ενηλίκων συμμετείχαν σε δράσεις εκπαίδευσης και κατάρτισης, έναντι μέσου ευρωπαϊκού όρου που είναι 11,9%. Η επίδοση αυτή κατατάσσει τη χώρα μας στην προτελευταία θέση της Ε.Ε. μετά τη Βουλγαρία, ενώ στην κορυφή της κατάταξης βρίσκονται η Σουηδία, η Δανία και η Ολλανδία, με ποσοστά 36,2%, 27,9% και 26,4% αντίστοιχα. Η Ελλάδα είναι, επίσης, ουραγός όσον αφορά τη συμμετοχή των επιχειρήσεων στην παροχή ευκαιριών κατάρτισης. Το 2020 μόλις το 17,8% των ελληνικών επιχειρήσεων, με προσωπικό 10 ατόμων και πάνω, παρείχαν προγράμματα συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης στο προσωπικό τους, έναντι μέσου όρου 67,4% στην Ε.Ε.
Η υστέρηση αυτή οφείλεται σε συνδυασμό δομικών παραγόντων, όπως είναι οι διαχρονικές αδυναμίες στη συγκρότηση του συστήματος κατάρτισης, το μικρό μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων, που δυσχεραίνει την επένδυση στις δεξιότητες των εργαζομένων τους, αλλά και ένα παραγωγικό μοντέλο με χαμηλό τεχνολογικό προσανατολισμό και – αντίστοιχα – χαμηλή ζήτηση σε δεξιότητες αιχμής.
Η προσπάθεια για παραγωγικό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας, που βρίσκεται σήμερα σε εξέλιξη, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την αποτελεσματική κάλυψη του ελλείμματος στη συνεχιζόμενη κατάρτιση των εργαζομένων και των ανέργων.
Θα απαιτηθούν γι’ αυτό γενναίες αλλαγές στην οργάνωση του συστήματος κατάρτισης, προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα και το κύρος του και να διασφαλιστεί η ουσιαστική αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων. Είναι, επίσης, απαραίτητη η θεσμοθέτηση φορολογικών και άλλων κινήτρων για τις επιχειρήσεις που επενδύουν στην κατάρτιση. Ειδικά όσον αφορά τις μικρότερες επιχειρήσεις, θα χρειαστεί επιπλέον παροχή της κατάλληλης καθοδήγησης, ώστε να εντοπίσουν αναδυόμενες τεχνολογίες και αντίστοιχες δεξιότητες, που θα χρειαστούν στα επόμενα χρόνια και να αξιοποιήσουν τις κατάλληλες ευκαιρίες και επιλογές, για την κατάρτιση του προσωπικού τους.
Κρίσιμο ρόλο, σε αυτό το πλαίσιο, έχει η συνεργασία μεταξύ της Πολιτείας, των επιχειρηματικών φορέων και των κοινωνικών εταίρων, ώστε να υπάρξει κατάλληλη αντιστοίχιση μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης δεξιοτήτων, αλλά και να καλλιεργηθεί μια νέα κουλτούρα στην αγορά, όσον αφορά την κατάρτιση και τις δεξιότητες.
Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών αναλαμβάνει ήδη πρωτοβουλίες σε αυτή την κατεύθυνση, όπως είναι η δημιουργία ψηφιακής πλατφόρμας, στην οποία τα μέλη του ΕΒΕΑ μπορούν να δηλώνουν τις ανάγκες τους σε ανθρώπινο δυναμικό και το είδος των δεξιοτήτων που χρειάζονται. Έχει, επίσης, υπογράψει μνημόνιο συνεργασίας με τη ΔΥΠΑ, με αντικείμενο την υλοποίηση προγραμμάτων αναβάθμισης δεξιοτήτων και επανακατάρτισης εργαζόμενων σε όλους τους κλάδους της οικονομίας, με έμφαση στις ψηφιακές και πράσινες δεξιότητες, καθώς και για προγράμματα κατάρτισης ανέργων. Σχεδιάζει, παράλληλα, ημερίδες και εργαστήρια για την ενημέρωση των επιχειρήσεων σε θέματα δεξιοτήτων και την παροχή καθοδήγησης ως προς τις διαθέσιμες επιλογές, εργαλεία και πρακτικές για την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού τους.
Αν θέλουμε η Ελλάδα να προλάβει το τρένο της ψηφιακής επανάστασης και να έχει προοπτικές ανάπτυξης στο πλαίσιο της νέας οικονομίας, θα πρέπει η συνεχιζόμενη κατάρτιση και η αναβάθμιση δεξιοτήτων να αναδειχθούν σε προτεραιότητα για την Πολιτεία, για τις επιχειρήσεις, αλλά και για την ελληνική κοινωνία.